Επιστολή Συντονιστικής στην ΕισΑΠ για την Υπόθεση της ΕΛΣΤΑΤ>
ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ
Αθήνα, 26.8.2013
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Σε συνέχεια του υπ' αρίθμ. 983/19.8.2013 εγγράφου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών σχετικά με τη διερευνώμενη υπόθεση της διόγκωσης του αναθεωρημένου ελλείμματος του 2009 από την ΕΛΣΤΑΤ, η Συντονιστική Επιτροπή των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος απέστειλε σήμερα στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου έγγραφο με το ακόλουθο περιεχόμενο:
“Αξιότιμη κυρία Εισαγγελέα,
Η Συντονιστική Επιτροπή των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, εκτιμώντας ότι η υπαγωγή της Ελλάδας στο καθεστώς των – αποτυχημένων, ακόμη και κατά την ομολογία του ίδιου του ΔΝΤ – Μνημονίων και, ακολούθως, η έκτοτε διαρκής λήψη αντιαναπτυξιακών και κοινωνικώς ανάλγητων μέτρων οδηγούν στην ολοκληρωτική καταστροφή της Χώρας και στην πλήρη εξαθλίωση του κοινωνικού συνόλου, ζητά την ουσιαστική και πλήρη διερεύνηση όσων καταγγέλλονται σχετικά με την ενδεχόμενη διάπραξη σοβαρότατων αξιόποινων πράξεων από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ). Πράξεων που αφορούν σκόπιμη και μεθοδευμένη, κυρίως λόγω έλλειψης οιασδήποτε διαπραγματευτικής αντίστασης με βάση την πρακτική που είχε παγίως υιοθετηθεί προηγουμένως, διόγκωση του αναθεωρημένου ελλείμματος του 2009 σε 15,4%.
Κατόπιν σχετικής μηνυτήριας αναφοράς του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (29η Σεπτεμβρίου 2011), οι τότε Οικονομικοί Εισαγγελείς κ.κ. Γρηγόρης Πεπόνης και Σπύρος Μουζακίτης πρότειναν την ποινική δίωξη, και μάλιστα σε βαθμό κακουργήματος, των επικεφαλής της ΕΛ.ΣΤΑΤ, ως υπόπτων για τη διάπραξη σειράς αδικημάτων – ιδίως λόγω μη προβολής αυτονόητων διαχρονικών επιχειρημάτων με βάση τα διεθνή λογιστικά πρότυπα – τα οποία είχαν ως αντικείμενο και την τεχνητή διόγκωση του ύψους του δημοσιονομικού ελλείμματος αλλά και τις εντεύθεν βαρύτατες επιπτώσεις σε βάρος του Ελληνικού Λαού.
Στο μεσοδιάστημα, ωστόσο, οι προαναφερόμενοι Εισαγγελικοί Λειτουργοί έφτασαν στο σημείο να υποβάλουν ως και την παραίτησή τους, αφήνοντας αιχμές για παρεμβάσεις στο έργο τους. Ενώ, σύμφωνα με πρόσφατο δημοσίευμα της εφημερίδας «Το Παρόν» (18-8-2013, φ. 1085, σελ. 6, «Αποκάλυψη-βόμβα: Η Ζωή Γεωργαντά, πρώην μέλος του ΔΣ της ΕΛΣΤΑΤ καταγγέλλει: Μου ζήτησε η Ανακρίτρια να συναντηθούμε σπίτι της!»), η πολιτικώς ενάγουσα και πρώην μέλος του ΔΣ της ΕΛΣΤΑΤ, Καθηγήτρια κα Ζωή Γεωργαντά, καταγγέλλει την 5η Ειδική Ανακρίτρια του Πρωτοδικείου Αθηνών, κα Έλενα Πεδιαδίτη, η οποία χειρίστηκε την υπόθεση αυτή, μεταξύ άλλων ότι «της ζήτησε και συναντήθηκαν εκτός του γραφείου της, σε άλλον χώρο». Επίσης δε της καταλογίζει ότι διέπραξε ανεξήγητη επιλεκτική αξιοποίηση σημαντικότατων καταθέσεων βασικών μαρτύρων, όπως π.χ. της κατάθεσης του προκατόχου του κ. Γεωργίου, Εμμ. Κοντοπυράκη, αναφορικά με τον τρόπο κατά τον οποίο η σημερινή ΕΛΣΤΑΤ αποδέχθηκε, εντελώς παθητικά και αντίθετα με την πάγια εθνική πρακτική, τη διόγκωση του ελλείμματος. Η ως άνω καταγγελία της κας Ζωής Γεωργαντά αποκτά πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις, όταν από την όλη δικογραφία προκύπτει ανενδοιάστως πως ο κ. Γεωργίου όχι μόνο δεν αντιστάθηκε στις άνωθεν απαιτήσεις για διόγκωση του ελλείμματος, αλλά με δική του πρωτοβουλία – γνωστή τοις πάσι – φρόντισε ν’ απαλλαγεί απ’ όλα τα μέλη της ΕΛΣΤΑΤ, τα οποία είχαν διατυπώσει αντίθετη άποψη.
Μετά και από αυτές τις καταγγελίες, δεν μπορούμε παρά να συγχαρούμε την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου για το γεγονός ότι ανταποκρίθηκε αμέσως και, κατ’ αρχήν θετικά, στη σχετική αίτηση-αναγγελία του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, διαβιβάζοντας το έγγραφό του στους Προϊσταμένους της Εισαγγελίας Εφετών και του Συμβουλίου Επιθεώρησης των Δικαστηρίων, προκειμένου να προβούν σ’ όλες τις νόμιμες ενέργειες σχετικά με τη διερεύνηση των καταγγελιών της κας Γεωργαντά στο σύνολό τους και την αναζήτηση τυχόν πειθαρχικών ευθυνών της ως άνω Ειδικής Ανακρίτριας για τον τρόπο που περαίωσε την κύρια ανάκριση. Και μάλιστα με την εντελώς ασυνήθιστη σε τόσο σοβαρές υποθέσεις διαδικασία των τυπικών κλήσεων.
Επιπλέον, η κα Γεωργαντά επανήλθε, με νεότερη συνέντευξή της, στο περιοδικό «Επίκαιρα», όπου και σχετικό ρεπορτάζ (22-8-2013, τ. 201, σελ. 8-13), στο οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι «στην κατ’ ιδίαν συνάντησή της με την Ειδική Ανακρίτρια Ελένη Πεδιαδίτη στο σπίτι της τελευταίας παρόν ήταν ένα ακόμη πρόσωπο, το οποίο παρουσίασε ως φίλο της η δικαστικός. […] Ο άγνωστος, που μιλούσε σπαστά ελληνικά και αυτοσυστήθηκε ως Ελληνοαμερικανός, θέλησε να μάθει λεπτομέρειες για τη σταδιοδρομία της κας Γεωργαντά, για την παραμονή της στις ΗΠΑ, τις επιστημονικές έρευνές της και γενικά το background της. Στις ερωτήσεις της κας Γεωργαντά για την ταυτότητά του … της είπε πως ζει στην Αστόρια, ενώ στην ερώτησή της για την επαγγελματική ενασχόλησή του απάντησε λακωνικά “σύμβουλος”» (σελ. 12)!
Όλ’ αυτά, λαμβάνοντας υπόψη όσα καταγγέλλονται στην ανωτέρω συνέντευξη και τις λοιπές πληροφορίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, για άνωθεν και έξωθεν παρεμβάσεις στην ΕΛΣΤΑΤ, που εξαρχής αποσκοπούσαν στην τεχνητή διόγκωση του αναθεωρημένου ελλείμματος του 2009, είναι αδιανόητο να παραμείνουν χωρίς ενδελεχή και τεκμηριωμένη δικαστική έρευνα.
Με δεδομένη τη σημασία της εν λόγω υπόθεσης ως προς τη διακρίβωση των συνθηκών, υπό τις οποίες η Πατρίδα μας και ο Ελληνικός Λαός οδηγήθηκαν στην κατάσταση στην οποία βρίσκονται σήμερα, καθώς και των σκοπών, με βάση τους οποίους εξακολουθούν να λαμβάνονται συγκεκριμένες, άκρως επικίνδυνες, αποφάσεις για το κοινωνικό σύνολο, οι Δικηγορικοί Σύλλογοι της Χώρας, ανταποκρινόμενοι στον κατά το Σύνταγμα και το νόμο θεσμικό τους ρόλο να μεριμνούν για την προάσπιση του εθνικού συμφέροντος και των συνταγματικώς και διεθνώς κατοχυρωμένων Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (άρθρο 199 του Κώδικα περί Δικηγόρων), θα συνεχίσουν να παρακολουθούν στενά όλες τις σχετικές εξελίξεις, συνδράμοντας το έργο της Δικαιοσύνης, με κάθε θεσμικώς προβλεπόμενο και επιβεβλημένο τρόπο.
Αν όσα καταγγέλλει η κα Ζωή Γεωργαντά έχουν την παραμικρή βάση και υπήρξε πράγματι τεχνητή διόγκωση του ελλείμματος, και μάλιστα αυτής της έκτασης και υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες, οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί των αντίστοιχων εγκλημάτων καθώς και όσοι εμπλέκονται καθ’ οποιονδήποτε τρόπο στη μετέπειτα συγκάλυψή τους, είτε πρόκειται για πολιτικά πρόσωπα είτε, πολλώ δε μάλλον, για δικαστικούς λειτουργούς, πρέπει να τιμωρηθούν παραδειγματικά. Η δε δικαστική έρευνα πρέπει να ολοκληρωθεί με τρόπο που οδηγεί στην αποκάλυψη όλης της αλήθειας.
Ο Ελληνικός Λαός έχει το απαράγραπτο δικαίωμα να μάθει και να υπερασπισθεί την αλήθεια. Και, όπως είναι αυτονόητο και όπως ήδη εκτέθηκε, η Συντονιστική Επιτροπή των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος θα παρακολουθήσει, εκ καθήκοντος, μέχρι τέλους την έκβαση αυτής της υπόθεσης.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΓΙΑΝΝΗΣ Δ. ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ”