Ως γνωστόν, ο δικαστικός αντιπρόσωπος, που ορίζεται για την σύννομη διεξαγωγή της εκλογικής διαδικασίας, ασκεί τα καθήκοντά του ως δημόσιος λειτουργός και μάλιστα με Διαταγή Δημόσιας Αρχής. Τούτο σημαίνει ότι ο νόμιμος προς τούτο διορισμός κάθε δικηγόρου -εμμίσθου ή αμίσθου- συνεπάγεται την υποχρέωση ανάληψης του εν λόγω έργου.
Συνεπεία των ανωτέρω, ο δικηγόρος που τελεί σε σχέση έμμισθης εντολής είτε στον Δημόσιο είτε στον Ιδιωτικό Τομέα και έχει διοριστεί ως δικαστικός αντιπρόσωπος, όχι απλώς δικαιούται, αλλά υποχρεούται να μην προσέλθει στον τόπο εργασίας του κατά τις ημέρες εκείνες, που είναι αναγκαίες για την εκπλήρωση του κατά ως άνω δημοσίου καθήκοντός του.
Όπως είναι ευνόητο, η μη προσέλευση στην επιχείρηση, στην οποία εργάζεται, δεν μπορεί να εκληφθεί ως απουσία ή ως μη εκτέλεση των υπηρεσιών του σε αυτή, αφού η εν λόγω αντικειμενική αδυναμία οφείλεται ακριβώς στην διατεταγμένη από Δημόσια Αρχή εκτέλεση δημοσίου λειτουργήματος.
Σχετικά σημειώνεται ότι: Στην εκλογική νομοθεσία για την ανάδειξη των βουλευτών του ελληνικού Κοινοβουλίου, όπως έχει κωδικοποιηθεί, απαντούν διατάξεις που αποσκοπούν στη διασφάλιση άσκησης του εκλογικού δικαιώματος. Ειδικότερα, (άρθρο 106 παρ. 3 και 4 π.δ. 26/2012): «3. Στους τακτικούς υπαλλήλους των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου χορηγείται από την αρμόδια προϊσταμένη αρχή, ύστερα από εκτίμηση των υπηρεσιακών αναγκών κατά την ημέρα της εκλογής, ειδική άδεια απουσίας, που καλύπτει τον απολύτως αναγκαίο χρόνο για τη μετάβαση τους στον τόπο άσκησης του εκλογικού τους δικαιώματος και την επιστροφή τους απ` αυτόν. Ο χρόνος της άδειας αυτής δεν συνυπολογίζεται στο χρόνο της κανονικής άδειας που δικαιούνται οι υπάλληλοι αυτοί, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις. Με την ίδια διαδικασία και προϋποθέσεις είναι δυνατό να χορηγείται ειδική άδεια απουσίας με αποδοχές στο προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου του δημοσίου, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, καθώς και στο προσωπικό των υπόλοιπων νομικών προσώπων του δημόσιου τομέα οποιασδήποτε κατηγορίας κλάδου και σχέση εργασίας. 4.
Αυτά που ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο, μπορεί να εφαρμοστούν ανάλογα και για το προσωπικό των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα. Τα σχετικά με την εφαρμογή της παραγράφου αυτής καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας».
Δυνάμει της αναλογικής εφαρμογής του άρθρου 46 παρ. 1 του Κώδικα των Δικηγόρων, οι ανωτέρω ρυθμίσεις ισχύουν και για τους έμμισθους δικηγόρους, προκειμένου να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα, αλλά ευνοήτως και στην περίπτωση που έχουν διορισθεί τακτικοί ή αναπληρωματικοί δικαστικοί αντιπρόσωποι, καθώς ο τόπος διορισμού είναι συνάμα και τόπος ασκήσεως του εκλογικού δικαιώματος. Βέβαια οι εκτελεστικές στο νόμο εκάστοτε εκδοθησόμενες υπουργικές αποφάσεις ορίζουν τη διάρκεια της «εκλογικής άδειας» με βάση τη χιλιομετρική απόσταση από τον τόπο «εργασίας».
Σύμφωνα δε με την με αρ. πρωτοικ.21192/624 απόφαση της Υπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Φ.Ε.Κ. Β’ 1690/15-05-2019) για τους τελούντες σε σχέση εξαρτημένης εργασίας και της με αρ. πρωτ. ΔΙΔΑΔ/Φ.69/ 101 /οικ.18066/2019 εγκύκλιο της Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης για τους δημοσίους υπαλλήλους, όπου εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εργασίας, οι προβλεπόμενες ημέρες αδείας για κάθε Κυριακή εκλογών είναι 1 εργάσιμη ημέρα, εάν η χιλιομετρική απόσταση για τον τόπο άσκησης του δικαιώματος είναι από 201 – 400 χλμ, 2 εργάσιμες ημέρες εάν υπερβαίνει τα 400 χλμ., ενώ εάν ο τόπος μετάβασης είναι νησί, τότε κρίνεται κατά περίπτωση ανάλογα με την απόσταση και τις ειδικές συνθήκες, χωρίς να δύναται να υπερβαίνει τις 3 εργάσιμες ημέρες. Ρητά δε αναφέρεται στην παρ. 4 της εν λόγω υπουργικής απόφασης ότι "η κατά τα ανωτέρω χορηγούμενη άδεια δεν συμψηφίζεται με την ετήσια άδεια μετ' αποδοχών."
Ο δικηγόρος που διορίζεται δικαστικός αντιπρόσωπος (τακτικός ή αναπληρωματικός) οφείλει να βρίσκεται τουλάχιστον δύο ημέρες πριν από την ημέρα των εκλογών (Παρασκευή) στον τόπο διορισμού του (άρθρο 68 παρ. 13 π.δ. 26/2012). Επιπλέον ο δικαστικός αντιπρόσωπος είναι υποχρεωμένος να παραδώσει τον εκλογικό σάκο μετά το πέρας της εκλογικής διαδικασίας και της διαλογής των ψηφοδελτίων στον αρμόδιο Πρωτοδικείο (άρθρο 93 π.δ. 26/2012), κάτι που λαμβάνει χώρα συνήθως τις πρωινές ώρες της επόμενης ημέρας των εκλογών (Δευτέρα).
Ο έμμισθος, λοιπόν, δικηγόρος που δεν υπάγεται στο διευθυντικό δικαίωμα του εντολέα -καθώς με καμία έννοια δεν εφαρμόζονται σε αυτόν οι διατάξεις της συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας- δεν είναι υποχρεωμένος να τηρεί ωράριο εργασίας, ιδίως μάλιστα όταν καλείται να εκπληρώσει καθήκοντα που απορρέουν από το λειτούργημά του.
Για τους παραπάνω λόγους, οι επιχειρήσεις και όλοι οι Φορείς δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, είναι υποχρεωμένοι να συνδράμουν το έργο των διορισμένων δικαστικών αντιπροσώπων, προκειμένου οι τελευταίοι να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, παρέχοντάς τους ειδική άδεια μετ’ αποδοχών, αναλόγως του τόπου διορισμού.
Σε κάθε περίπτωση, υποχρεωτικά πρέπει να χορηγηθεί (εκλογική) άδεια τουλάχιστον για την επόμενη ημέρα των εκλογών. Εάν έχουν διορισθεί εκτός του νομού, όπου παρέχουν τις νομικές τους υπηρεσίες, η εν λόγω άδεια θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει και την Παρασκευή προ των εκλογών, ανεξαρτήτως της χιλιομετρικής απόστασης. Τα ανωτέρω πηγάζουν από αναγκαστικού δικαίου διατάξεις, αλλά και επιβάλλονται από την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας κατ´ ά. 25 του Συντάγματος.
Αυτονόητο είναι ότι όλα τα ανωτέρω ισχύουν και για τους διοριζόμενους δικαστικούς αντιπροσώπους δικηγόρους που υπηρετούν με οποιαδήποτε σχέση στους ανωτέρω Φορείς (επιστημονικοί συνεργάτες, μετακλητοί κλπ.).