ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
ΔΙΑΡΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ CCBE
(20-22 Μαρτίου 2013 - ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ)
Την Παρασκευή 22 Μαρτίου συνήλθε στις Βρυξέλλες Βελγίου η Διαρκής Επιτροπή του Συμβουλίου των Ευρωπαίων Δικηγόρων (CCBE) ενώ την Τετάρτη και την Πέμπτη 20-21 Μαρτίου συνεδρίασαν οι Επιτροπές Ξεπλύματος Βρώμικου Χρήματος, GATS, Πολυεπαγγελματικών Δικηγορικών Εταιριών, Ευρωπαϊκού Ιδιωτικού Δικαίου, Δικαίου Πληροφορικής και Τεχνολογίας, Επιτροπή Εύρεσης Δικηγόρου, Δικαιοσύνης για την Ανάπτυξη, Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης και η Ειδική Ομάδα Εργασίας για τις νομικές μορφές λειτουργίας των Δικηγορικών Εταιριών.
Παρόντες εκ μέρους της Ελλάδας ήταν η επικεφαλής της Ελληνικής Αντιπροσωπείας Ιωάννα Καλαντζάκου-Τσατσαρώνη, οι κ.κ. Ιωάννης Χαρακτινιώτης, Νίκος Κουτκιάς, και Δημήτρης Χατζημιχάλης από τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών. Το απόγευμα της Πέμπτης 21/03/2013 πραγματοποιήθηκαν και τα εγκαίνια των νέων γραφείων του CCBE στην οδό Rue Joseph II, 40 στα οποία παρέστησαν και πολλοί εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Αφού εγκρίθηκαν τα πρακτικά της προηγούμενης Διαρκούς Επιτροπής της Βιέννης ο Πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικών Alastar J. Rankin εισηγήθηκε -και ενεκρίθη από τις Αντιπροσωπείες-, τον Ισολογισμό του έτους 2012, ο οποίος ήταν ζημιογόνος σε σχέση με το προηγούμενο έτος λόγω των αυξημένων εξόδων μετεγκαταστάσεως των γραφείων του CCBE. Στην συνέχεια αφού εγκρίθηκε η εγγραφή της Κροατίας ως πλήρους μέλους του CCBE και του Μαυροβουνίου ως παρατηρητή, ο Πρόεδρος του CCBE κ. Ευάγγελος Τσουρούλης πρότεινε την τροποποίηση του Καταστατικού του CCBE όσον αφορά τους επικεφαλής των Επιτροπών. Συγκεκριμένα εγκρίθηκε από τις Αντιπροσωπείες η δυνατότητας αλλαγής οιουδήποτε εκ των Προέδρων των Επιτροπών αποκλειστικά από τον Πρόεδρο του CCBE όποτε τούτο κρίνεται αναγκαίο (σημειωτέον ότι ο χρόνος διάρκειας της θητείας τους είναι διετής με δικαίωμα παράτασης για ακόμη δύο έτη).
1. Ελεύθερη μετακίνηση Δικηγόρων- Εισηγήτρια Ιωάννα Καλαντζάκου
Το πρώτο θέμα που απασχόλησε την Διαρκή Επιτροπή στα πλαίσια της εκτίμησης της Εφαρμογής των Οδηγιών που αφορούν στους δικηγόρους, ήταν η ερμηνεία του άρθρου 4 της Οδηγίας που αφορά στο θέμα της διπλής Δεοντολογίας. Εγκρίθηκε από τις Αντιπροσωπείες ως επίσημη θέση του CCBE για την ερμηνεία του άρθρου 4 παρ.1, 2 και 4 της Οδηγίας η παρακάτω:
Άρθρο 4 παρ. 1,2 και 4: Εφόσον ο Δικηγόρος παρέχει υπηρεσίες σε άλλη χώρα από την χώρα προέλευσής του και αφορούν στην εκπροσώπηση του πελάτη ενώπιον δικαστικών αρχών ή Δημοσίων Φορέων εφαρμόζεται ο Κώδικας Δεοντολογίας του κράτους-μέλους προέλευσής του. Σε περίπτωση σύγκρουσης των κανόνων δεοντολογίας των δύο χωρών προέλευσης και υποδοχής κατισχύουν οι διατάξεις του Κώδικα Δεοντολογίας της χώρας υποδοχής.
Άρθρο 4 παρ.4: Εφόσον ο Δικηγόρος παρέχει άλλης φύσεως νομικές υπηρεσίες- εκτός από παράσταση ενώπιον δικαστικών αρχών ή Δημοσίων φορέων- εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση ο Κώδικας Δεοντολογίας της χώρας προέλευσής του εκτός εάν από τον εφαρμογή που παραβιάζονται οι θεμελιώδεις αρχές που διέπουν το δικηγορικού λειτούργημα. Ειδικά κανόνες που αφορούν μη συμβατές με το επάγγελμα του δικηγόρου δραστηριότητες όπως εμπορικές ή παραβίαση των αρχών της εχεμύθειας, σύγκρουσης συμφερόντων, μυστικότητας κ.λ.π.). Στην περίπτωση αυτή ο Κώδικας Δεοντολογίας της χώρας προέλευσης εφαρμόζεται στο μέτρο που εξασφαλίζεται η ορθή άσκηση του λειτουργήματος του δικηγόρου μη παραβιάζοντας τις αρχές που το διέπουν (τήρηση αρχής συμβατότητας).
Το δεύτερο πολύ σοβαρό θέμα που απασχόλησε την Διαρκή Επιτροπή, ήταν τα πορίσματα της τετράωρης Συνεδρίασης της Ομάδας Εργασίας στις 21/3 αναφορικά με τις εναλλακτικές νομικές μορφές λειτουργίας των Δικηγορικών Εταιριών. Στην Ομάδα Εργασίας συμμετείχαν ως επικεφαλείς οι κ.Lucy Dupong, πρόεδρος της Επιτροπής Δεοντολογίας, ο κ.Giuseppe Scassellati, πρώην Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού καθώς και οι κ.κ.Kay Thomas Pohl, Πρόεδρος της Επιτροπής Ελεύθερης μετακίνησης δικηγόρων, και Cesare Ritta. Εκ μέρους της Ελληνικής αντιπροσωπείας παρέστη η επικεφαλής κ, Ιωάννα Καλαντζάκου και ο κ. Νικόλαος Κουτκιάς. Ετέθησαν ερωτήματα στις Αντιπροσωπείες και αντηλλάγησαν απόψεις σχετικά με την δυνατότητα εγκατάστασης άλλης νομικής μορφής δικηγορικής εταιρίας ή πολυεπαγγελματικής σε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. που δεν προβλέπεται τέτοιο θεσμικό πλαίσιο.
Σύμφωνα με το άρθρο 11, παρ. 1,2, 4 της Οδηγίας 98/5 για την εγκατάσταση Δικηγόρων στα κράτη μέλη της Ε.Ε. υπάρχουν μεγάλες διαφοροποιήσεις στο νομικό πλαίσιο λειτουργίας καθόσον σε πολλές χώρες επιτρέπεται η λειτουργία μιας δικηγορικής εταιρίας με την μορφή Ε.Π.Ε. ή Α.Ε. με ονομαστικές μετοχές. Το ερώτημα που τίθεται είναι αν και με ποιες προϋποθέσεις είναι επιτρεπτή η εγκατάσταση υποκαταστήματος μίας δικηγορικής εταιρίας σε άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε. που προβλέπει διαφορετικό νομοθετικό πλαίσιο λειτουργίας π.χ. αμιγώς προσωπική εταιρία με ατομική ευθύνη των εταίρων δικηγόρων. Αντηλλάγησαν απόψεις σχετικά με την ανεύρεση λύσης προκειμένου να είναι δυνατή η δημιουργία υποκαταστήματος ή θυγατρικής σε άλλη χώρα κράτος-μέλος της Ε.Ε. Μία άποψη που υποστήριξε η Αυστριακή Αντιπροσωπεία είναι η δυνατότης εγκατάστασης υποκαταστήματος με άλλη νομική μορφή με την προϋπόθεση ν’αυξήσει την ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης των εταίρων ή μετόχων. Η άποψη της Ελληνικής αντιπροσωπείας που εξεφράσθη από τον κ.Τσουρούλη και Ιωάννα Καλαντζάκου -και η οποία επεκράτησε- είναι να δίδεται η δυνατότητα ίδρυσης θυγατρικής δικηγορικής εταιρίας ή υποκαταστήματος, σύμφωνα με το δίκαιο που διέπει την χώρα υποδοχής για την δημιουργία Δικηγορικής Εταιρίας, προκειμένου ν’ αποφευχθεί η παραβίαση του προβλεπόμενου νομοθετικού πλαισίου λειτουργίας μιας δικηγορικής εταιρίας σε μία χώρα από ένα υποκατάστημα αλλοδαπής.
Το επόμενο θέμα προς συζήτηση και ανταλλαγή απόψεων ήταν η δυνατότης εγκατάστασης και λειτουργίας μιας πολυεπαγγελματικής δικηγορικής εταιρίας σε άλλο κράτος μέλος όταν σ’αυτό δεν είναι επιτρεπτή η σύσταση δικηγορικής εταιρίας μεταξύ δικηγόρων και άλλων επαγγελματιών συναφών επαγγελμάτων: συμβολαιογράφοι, δικαστικοί επιμελητές, ορκωτοί ελεγκτές, λογιστές και κατά πόσον πρέπει ν’αλλάξει το άρθρο 11 παρ. 5 της σχετικής Οδηγίας 98/5 στο οποίο προβλέπεται η δυνατότης απαγόρευσης εγκατάστασης ενός δικηγόρου σ’άλλο κράτος-μέλος εφόσον είναι μέλος πολυεπαγγελματικής εταιρίας και η χώρα υποδοχής δεν επιτρέπει την λειτουργία τέτοιου είδους εταιριών για την ασφάλεια των πελατών, των τρίτων και του δημοσίου συμφέροντος. Η Ελληνική αντιπροσωπεία επανέλαβε την πάγια θέση της ότι δεν πρέπει ν’αλλάξει η πρόβλεψη της Οδηγίας διότι η χώρα μας αφενός απαγορεύει την λειτουργία πολυεπαγγελματικών εταιριών και σε καμμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να δεχθεί την εγκατάσταση υπό την μορφή θυγατρικής ή υποκαταστήματος μιας αλλοδαπής πολυεπαγγελματικής εταιρίας αφ’ ενός για να μην παραβιασθεί το Ελληνικό νομοθετικό πλαίσιο και αφετέρου για να διασφαλισθούν οι αρχές που διέπουν το δικηγορικό επάγγελμα (εχεμύθεια, μυστικότητα, σύγκρουση συμφερόντων). Επίσης η Ελληνική Αντιπροσωπεία απέρριψε και την λύση του test συμβατότητας των αρχών δεοντολογίας που διέπουν τα άλλα επαγγέλματα των εταίρων μιας πολυεπαγγελματικής με το δικηγορικό καθόσον δεν προβλέπεται η σύσταση και λειτουργία πολυεπαγγελματικών εταιριών στην Ελλάδα. Το θέμα κρίνεται σοβαρό επειδή για λόγους οικονομικών συμφερόντων σε πολλές χώρες της Ε.Ε. (Αυστρία, Γερμανία κ.λ.π.) υφίσταται το νομοθετικό πλαίσιο και η δυνατότης λειτουργίας τέτοιου είδους εταιριών και ολοένα αυξάνεται το ενδιαφέρον εγκατάστασης σε άλλες χώρες της Ε.Ε.
Η ομάδα εργασίας κατέληξε ότι το CCBE δεν θα προτείνει αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου.
Το τελευταίο θέμα που απασχόλησε την Ομάδα Εργασίας και για το οποίο δεν κατέληξε σε κανένα συμπέρασμα, είναι η δυνατότης και οι προϋποθέσεις λειτουργίας μίας δικηγορικής εταιρίας με συμμετοχή εταίρων μη δικηγόρων επενδυτών, χρηματοδοτών που νομοθετικά προβλέπεται μόνον στην Ισπανία με ποσοστό συμμετοχής του μη δικηγόρου κατά 25%. Οι περισσότερες αντιπροσωπείες διαφώνησαν με την δυνατότητα λειτουργίας τους και την με οποιοδήποτε τρόπο νομιμοποίησή τους.
2. ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
Στην Επιτροπή συμμετείχε από την Ελληνική Αντιπροσωπεία ο Νικόλαος Κουτκιάς.
Α. O επικεφαλής της Επιτροπής, κ.Inigo Nagore, έλαβε τον λόγο κατά την Τακτική Σύνοδο και επικεντρώθηκε στο από έτος 2011 επίσημο έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το οποίο απεστάλη εκ νέου προς την CCBE, με αντικείμενο επεξεργασίας και σχολιασμού την Εκπαίδευση των Ευρωπαίων Νομικών (εφεξής EJT). Το επεξεργαζόμενο έγγραφο αποτελεί ένα ερωτηματολόγιο της Ευρωπαϊκής επιτροπής απευθυντέο τόσο προς την CCBE όσο και προς τις εθνικές δικηγορικές κοινότητες και αφορά στο θέμα της εκπαίδευσης των νομικών της Ευρώπης. και αναζήτηση κοινών τρόπων σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή επικράτεια. Ο πραγματικός σκοπός της αποστολής του ερωτηματολογίου της Επιτροπής γίνεται για την βελτίωση του αρχικού, το οποίο όταν κυκλοφόρησε το έτος 2011 στην αρχική του μορφή προκάλεσε περισσότερα προβλήματα στις εθνικές αντιπροσωπείες από εκείνα που επιδίωξε να αντιμετωπίσει στο πεδίο της εκπαίδευσης των νομικών. Στο έγγραφο αυτό της Επιτροπής η αρμόδια επιτροπή της CCBE εργάστηκε και συνέταξε το απαντητικό έγγραφο, το οποίο στα βασικά του σημεία έχει ως εξής:
1. To ερωτηματολόγιο περιορίζεται αποκλειστικά και μόνον σε εκπαιδευτικές δραστηριότητες δικηγόρων, που περιλαμβάνουν στο πρόγραμμα τους το κοινοτικό δίκαιο ή στο εθνικό δίκαιο ενός κράτους-μέλους της Ε..Ε, διαφορετικού από εκείνου που συμμετέχει στο πρόγραμμα.
2. Η σταθερή και διαρκής εκπαίδευση των Δικηγόρων είναι προαιρετική στον ευρωπαϊκό δικηγορικό χώρο. Από τα 27 Κράτη- Μέλη της Ε.Ε τα 16 από αυτά διαθέτουν έναν ειδικό προαιρετικό μηχανισμό εκπαίδευσης των Δικηγόρων , που ασκούν το επάγγελμα τους σε αυτά, και τα υπόλοιπα 11 Κράτη δεν διαθέτουν κάποιο οργανωμένο σύστημα εκπαίδευσής τους.
3. Η πλειοψηφία των Δικηγορικών Συλλόγων και Κοινοτήτων, που διαθέτουν σταθερό και μόνιμο καθεστώς εκπαίδευσης των δικηγόρων τους έχουν ακολουθήσει το μοντέλο της ετήσιας εκπαίδευσης των μελών τους, με ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα διάρκειας Χ ωρών/ανά εβδομάδα. Γενικώς τόσο στις χώρες με υπαρκτό σύστημα εκπαίδευσης όσο και σε αυτές με μη συστηματοποιημένο σύστημα οι τομείς εκπαίδευσης, το πρόγραμμα και οι ώρες εκπαίδευσης, η ταυτότητα των εκπαιδευτών, είναι παντελώς μη προκαθορισμένα.
Β. Στο σημείο αυτό η Επιτροπή Εκπαίδευσης της CCBE διατυπώνει την θέση ότι το ερωτηματολόγιο της Ε.Ε πρέπει να αναμορφωθεί, ώστε να καταστεί χρηστικό και να αποτελέσει εργαλείο εξελίξεων στον εκπαιδευτικό τομέα των δικηγόρων της Ευρώπης. Για την CCBE πρωταρχική σημασία έχει το ερωτηματολόγιο αυτό να υποβληθεί σε όλους τους δικηγόρους της Ευρώπης και να μην καταλήξει μόνο στους Συλλόγους. Αν επιλεγεί ξαάν το δεύτερο είναι βέβαιο ότι δεν θα υπάρξει κάποια σημαντική εξέλιξη, διότι μόνον οι δικηγορικοί Σύλλογοι , που έχουν εγκατεστημένο σύστημα εκπαίδευσης των Μελών τους ανταποκριθούν και θα συνεργαστούν με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενώ το στοίχημα είναι να προσελκυστούν και δικηγορικές κοινότητες, που δεν διαθέτουν κάποιο βασικό σύστημα εκπαίδευσης των Μελών τους. Σχετικά με το υποβληθέν ερωτηματολόγιο ακολουθούν τα βασικά σχόλια:
- Αναγκαία η διάκριση μεταξύ της αρχικής εκπαίδευσης των δικηγόρων ως μία διαδικασία κατάρτισης ενός νέου δικηγόρου προτού ξεκινήσει την επαγγελματική του δραστηριότητα, από εκείνη την συνεχιζόμενης εκπαίδευσης,
- Η επαγγελματική άσκηση αποτελεί μια ακόμη μορφή εκπαίδευσης, που ξεκινά αμέσως μετά την λήψη του πτυχίου της Νομικής και καταλήγει μέχρι την εγγραφή στο μητρώο ενός Συλλόγου και την λήψη άδειας ασκήσεως επαγγέλματος,
- Συνεχιζόμενη είναι η εκπαίδευση των Δικηγόρων αμέσως μετά την έναρξη της επαγγελματικής τους δραστηριότητας,
- Πρέπει να υπάρχει διάκριση στην εκπαίδευση δικηγόρων, διαμεσολαβητών , εισαγγελέων και δικαστικών λειτουργών.
Γ. Με βάση τις σκέψεις της επιτροπής της CCBE το θεματικό αντικείμενο της εκπαίδευσης των δικηγόρων δεν πρέπει να εστιάζεται στην παραδοσιακή διάκριση του Δικαίου σε αστικό-ποινικό, αλλά πρέπει να επεκταθεί στα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, στο δίκαιο των συμβάσεων, στο εργατικό δίκαιο στο φορολογικό και διοικητικό δίκαιο αλλά κυρίως στο Κοινοτικό Δίκαιο (κανονισμοί, οδηγίες, κανόνες εφαρμογής σε περιπτώσεις σύγκρουσης εθνικού και κοινοτικού δικαίου).
Μετά την ανάπτυξη της ως άνω πρότασης προς απάντηση από τον επικεφαλής της Επιτροπής Training ενώπιον των Μελών της Τακτικής Συνόδου ακολούθησε φανερή ψηφοφορία, όπου υιοθετήθηκε ομοφώνως από τις Αντιπροσωπείες για να αποσταλεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως επίσημο έγγραφο της CCBE.
3. «Δικαιοσύνη για την ανάπτυξη» «Justice for Growth»
Στην επιτροπή συμμετείχε από την Ελληνική αντιπροσωπεία ο Ιωάννης Χαρακτινιώτης.
Η επιτροπή «Δικαιοσύνη για την ανάπτυξη» , είναι μία νέα επιτροπή που συστάθηκε πρόσφατα στη CCBE, προκειμένου να παρακολουθεί από κοντά, να συνεργάζεται και να παρεμβαίνει όπου είναι απαραίτητο στις δραστηριότητες και πρωτοβουλίες του νέου τμήματος που άρχισε να λειτουργεί από την 1η Ιανουαρίου 2013 στη Γενική Διεύθυνση Δικαιοσύνης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και το οποίο τμήμα θα ασχολείται με την Ποιότητα την Ανεξαρτησία και την Αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης.
Στη συνεδρίαση της επιτροπής της CCBE παρίσταντο και δύο εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής επιτροπής , αφ ενός μεν για να παρουσιάσουν στη CCBE τους σκοπούς του νέου τμήματος και τη μεθοδολογία που θα ακολουθήσουν , αφ ετέρου δε για να ακούσουν και να συζητήσουν με τους εκπροσώπους των Δικηγορικών Συλλόγων των κρατών μελών τις απόψεις και παρατηρήσεις τους, αναφορικά με το σχέδιο έρευνας που πρόκειται να δοθεί σύντομα στη δημοσιότητα και η οποία έρευνα αφορά την αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης στα επί μέρους κράτη μέλη.
Οι εκπρόσωποι της Ευρωπαικής Επιτροπής είπαν ότι πρώτιστο μέλημα της Επιτροπής είναι η διασφάλιση της ποιότητας της ανεξαρτησίας και της αποτελεσματικότητας της Δικαιοσύνης σε όλα τα κράτη Μέλη της Ένωσης. Όλοι οι πολίτες και οι επιχειρήσεις στα κράτη μέλη πρέπει να αισθάνονται ασφαλείς και να πιστεύουν ότι πράγματι ζουν και δραστηριοποιούνται σε ένα δίκαιο και αποτελεσματικό κράτος και ότι έχουν τη δυνατότητα ανά πάσα στιγμή να έχουν αποτελεσματική προστασία σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, στους τομείς του αστικού , εμπορικού και διοικητικού Δικαίου.
Όπως εξήγησαν θεωρούν σκόπιμο να γίνει αρχικά μία καταγραφή της κατάστασης που επικρατεί στο χώρο της δικαιοσύνης σε κάθε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης , να γίνει η επισήμανση των προβλημάτων και ανάλυση και ερμηνεία αυτών και στη συνέχεια να ακούσουν προτάσεις και να επεξεργασθούν τρόπους για την καλύτερη αντιμετώπιση των προβλημάτων. Πρέπει όπως εξήγησαν να οικοδομήσουμε πρώτα μια κοινή εμπιστοσύνη μεταξύ όλων των χωρών. Δεν είναι στις επιθυμίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως εξήγησαν, να γίνουν ίδια τα συστήματα δικαιοσύνης σε όλα τα κράτη μέλη, αλλά θέλουν όλα τα συστήματα να υπηρετούν τις ίδιες αξίες, την ποιότητα, ανεξαρτησία και αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης.
Αναφέρθηκαν επίσης στο σχέδιο της μελέτης που έχει εκπονηθεί από την «Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης» και στην οποία έχουν καταγραφεί στοιχεία για τη λειτουργία της δικαιοσύνης και την κατάσταση της οικονομίας στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η μελέτη αυτή, για την οποία ζήτησαν κάποια πρώτα σχόλια, θα ολοκληρωθεί και θα δοθεί στη δημοσιότητα επισήμως εντός του Απριλίου 2013.
Η Επιτροπή αντιλαμβάνεται ότι τα δεδομένα της μελέτης αυτής θα πρέπει να διαβαστούν πολύ προσεκτικά και αντιλαμβάνονται ότι τα στοιχεία από μόνα τους δεν παρέχουν μια ένδειξη ως προς το εάν το υπό έρευνα δικαστικό σύστημα λειτουργεί καλά. Η μελέτη δείχνει επίσης ότι είναι αρκετά δύσκολο να βρεθούν δεδομένα – αφού σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και τα πιο βασικά δεδομένα δεν ήταν διαθέσιμα. Για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είναι σημαντικό να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε πώς να συγκεντρώσουμε επαρκή στοιχεία προκειμένου να υπάρξει μια πληρέστερη εικόνα της κατάστασης της δικαιοσύνης.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μαζί με την δημοσιοποίηση της μελέτης, πρόκειται να εκδώσει και ανακοίνωση , στην οποία θα υπάρξουν κατ αρχήν συστάσεις σε έξι κράτη μέλη, σχετικά με την ανάγκη να λάβουν μέτρα ώστε να βελτιώσουν την απόδοση του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης, τα κράτη αυτά είναι : η Βουλγαρία, Ιταλία, Λετονία, Πολωνία, Σλοβακία, και Σλοβενία .
Η Επιτροπή, όπως ειπώθηκε, θα δώσει ειδική έμφαση στη λειτουργία και την απόδοση της δικαιοσύνης στις χώρες που ευρίσκονται υπό την εποπτεία της Τρόικας. Όπως μας ενημέρωσαν, έχουν ήδη ορίσει ένα πρόσωπο που εργάζεται για Ελλάδα και Πορτογαλία. Ειδικά για την Ελλάδα μας ενημέρωσαν ότι ο εκπρόσωπος τους παρέμεινε στην Αθήνα επί 15 ημέρες και επρόκειτο να συναντηθεί με εκπροσώπους των Δικηγορικών Συλλόγων . Η Κύπρος θα είναι μια χώρα που θα εξεταστεί σύντομα, αφού υπάρχουν θέματα που σχετίζονται με την αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης.
Εκ μέρους της Ελληνικής αντιπροσωπείας τονίσθηκε ότι κανένας εκπρόσωπος της Επιτροπής δεν έχει έρθει σε επαφή με τους Δικηγορικούς Συλλόγους προκειμένου να ακούσει και την άποψη των δικηγόρων για τα προβλήματα της δικαιοσύνης . Τονίσθηκε επίσης ότι ο τρόπος συλλογής στοιχείων και καταγραφής των προβλημάτων της Δικαιοσύνης και η απλή σύγκριση αριθμών δεν είναι δυνατόν να καταλήξει σε σωστά συμπεράσματα. Επισημάνθηκε επίσης ότι η συλλογή στοιχείων μόνο από το Υπουργείο και τις ενώσεις Δικαστών με παράλειψη επικοινωνίας με τους Δικηγορικούς Συλλόγους, δεν εξασφαλίζει ολοκληρωμένη άποψη για την κατάσταση της δικαιοσύνης. Η απλή καταγραφή του αριθμού των δικηγόρων, των δικαστών, του αριθμού των υποθέσεων κλπ, και η σύγκριση με αντίστοιχους αριθμούς άλλων χωρών, δεν είναι ικανά στοιχεία από μόνα τους, για να καταλήξουν σε σωστά συμπεράσματα, αφού προφανώς δεν λαμβάνονται υπ όψη οι διαφορετικές συνθήκες που επικρατούν σε κάθε κράτος.
Έγινε επίσης αναφορά και στο θέμα των συστάσεων-παρατηρήσεων που σκοπεύει να απευθύνει η Επιτροπή σε Κύπρο, Ελλάδα, Ιταλία, Μάλτα και Ισπανία για τη μείωση του μεγάλου αριθμού των δικηγόρων, θέμα που είχε απασχολήσει την επιτροπή και σε προηγούμενη συνεδρίαση.
Τόσο η Ελληνική αντιπροσωπεία, όσο και οι αντιπροσωπείες Ισπανίας και Ιταλίας, επισημάναμε με έμφαση ότι η Επιτροπή είχε επανειλημμένα στο παρελθόν θεωρήσει κανόνες που διέπουν την πρόσβαση στο επάγγελμα ως περιοριστικούς, και ζητούσε το άνοιγμα του επαγγέλματος και τώρα φαίνεται να ζητά ακριβώς το αντίθετο (αφού η μείωση του αριθμού των δικηγόρων προϋποθέτει την θέσπιση περιορισμών στην πρόσβαση στο επάγγελμα). Ένα άλλο θέμα επίσης που επισημάνθηκε, είναι ότι τα στοιχεία της έρευνας πρέπει να εξεταστούν υπό το συγκεκριμένο εθνικό πλαίσιο και λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες εθνικές εξελίξεις. Η μεγάλη διαφοροποίηση του αριθμού των δικηγόρων από χώρα σε χώρα οφείλονται και σε άλλους λόγους. Πολλές χώρες δεν επιτρέπουν στους έμμισθους δικηγόρους - νομικούς συμβούλους (in-house lawyers) να είναι μέλη του δικηγορικού συλλόγου, με αποτέλεσμα ο αριθμός των εγγεγραμμένων στους συλλόγους δικηγόρων να εμφανίζεται πολύ χαμηλότερος άλλων χωρών που επιτρέπουν την εγγραφή των εμμίσθων στους συλλόγους.
Επισημάνθηκε επίσης από πολλές αντιπροσωπείες, ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενδιαφέρεται πρωτίστως για τα οικονομικά αποτελέσματα και λιγότερο για τη Δικαιοσύνη αυτή καθ εαυτή και για τον λόγο αυτό η CCBE διεκδικεί να συμπεριληφθεί μεταξύ των επίσημων συνομιλητών της Επιτροπής και να μην της ζητείται απλά να εκφέρει γνώμη και μάλιστα εκ των υστέρων .
Όπως αναφέρθηκε, η οικονομική κρίση έχει οδηγήσει πολλές κυβερνήσεις να θεσπίσουν νόμους που έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην πρόσβαση στη δικαιοσύνη, έχουν μειώσει τα κονδύλια για τη δικαιοσύνη , συμπεριλαμβανομένων και των κονδυλίων για τις υπηρεσίες νομικής αρωγής. Οι πολίτες πρέπει να «πληρώσουν» αυτές τις μεταρρυθμίσεις όσον αφορά τον περιορισμό στην πρόσβαση στη δικαιοσύνη - οι άνθρωποι δεν μπορούν πλέον να αντέξουν οικονομικά τη «δικαιοσύνη». Αυτό είναι ένα σημαντικό σημείο το οποίο πρέπει να εξεταστεί και να αξιολογηθεί πολύ προσεκτικά.
Η εκπόνηση και παρουσίαση των μελετών της Επιτροπής συνεχίζει να προκαλεί μεγάλη ανησυχία στους δικηγόρους όλους της Ευρώπης.
Διατυπώθηκε προς τους εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι είναι λυπηρό ότι στη μελέτη της CEPEJ για τη δικαιοσύνη οι Δικηγορικοί Σύλλογοι των χωρών μελών δεν ερωτήθηκαν έγκαιρα ούτε είχαν την οποιαδήποτε συμβολή στην κατάρτιση της μελέτης.
Ερωτηματολόγια δίδονται σε «ιδιωτικά ινστιτούτα » ή κυβερνήσεις.
Τα ερωτηματολόγια όμως αυτά συχνά στερούνται σαφήνειας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα δεδομένα είναι ξεπερασμένα και ως εκ τούτου λανθασμένα, βασισμένα σε λάθος υποθέσεις ή δεν αντικατοπτρίζουν την «πραγματικότητα» .
Οι εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δήλωσαν ότι θα διαβιβάσουν όλες τις παρατηρήσεις και τα σχόλια των αντιπροσωπειών της CCBE στους αρμοδίους και θεωρούν ότι θα αποκατασταθεί μία καλύτερη συνεργασία στο εγγύς μέλλον.
Σημείωση: Το ίδιο απόγευμα , επ’ ευκαιρία των εγκαινίων των νέων γραφείων της CCBE , τα μέλη της Ελληνικής αντιπροσωπείας συναντηθήκαμε με τον εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο οποίος είχε έρθει στην Ελλάδα τον Φεβρουάριο 2013. Όπως μας είπε είχε προσπαθήσει να έρθει σε επαφή με τους Δικηγορικούς Συλλόγους (στα πλαίσια της Τρόικας), αλλά αρνηθήκαμε να συναντηθούμε μαζί τους. Διευκρινίσαμε ότι για τους Δικηγορικούς Συλλόγους άλλο είναι η Τρόικα και άλλο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με εκπρόσωπο της οποίας, προφανώς δεν έχουμε αντίρρηση να συναντηθούμε. Του εξηγήσαμε ότι υπάρχει απόφαση των Δικηγορικών Συλλόγων να μην συνομιλούν με την Τρόικα και όταν μας ζήτησε να του εξηγήσουμε τους λόγους, του είπαμε ότι θεωρούμε ότι οι Δικηγόροι δεν αποδέχονται να συνομιλούν για τα θέματα της δικαιοσύνης με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο , φορείς κατ εξοχήν αναρμόδιους για να ασχολούνται με τη λειτουργία της δικαιοσύνης. Μετά από διεξοδική συζήτηση μας ενημέρωσε ότι σεβόμενος την άποψή μας, θα επιδιώξει σε επόμενη επίσκεψή του στην Ελλάδα, στο εγγύς μέλλον, να συναντηθεί με εκπροσώπους των Δικηγορικών Συλλόγων, μόνος και όχι με τα άλλα μέλη της Τρόικας.
4. Συνεδρίαση Επιτροπής της CCBE για το Ευρωπαϊκό Δίκαιο (European Private Law)
Στην Επιτροπή συμμετείχε από την Ελληνική Αντιπροσωπεία ο Δημήτρης Χατζημιχάλης.
Η επιτροπή ασχολήθηκε με τα παρακάτω θέματα της Ημερησίας Διατάξεως:
Ι.- Eγκριση πρακτικών
Εγκρίθηκαν τα πρακτικά της προηγούμενης συνεδρίασης
ΙΙ.- Κοινό Ευρωπαϊκό Δίκαιο των Πωλήσεων [Common European Sales Law (CESL)].
Η επιτροπή συζήτησε το σχέδιο της αναφοράς για την πρόταση για Κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για Κοινό Ευρωπαϊκό Δίκαιο των Πωλήσεων [Common European Sales Law (CESL)]. Ως γνωστόν, το σκεπτικό του CESL είναι να βοηθήσει στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, μέσω διασυνοριακών συναλλαγών οι οποίες να στηρίζονται σε ένα νομικό πλαίσιο κατά πολύ ασφαλέστερο από το σήμερα ισχύον.
Ο Πρόεδρος της Επιτροπής, καθηγητής Friedrich Graf von Westphalen, ενημέρωσε τα μέλη ότι στο συμβούλιο των Υπουργών έγινε μια πρώτη παρουσίαση του σχεδίου CESL, η οποία κρίθηκε ως θετική, υπήρξαν όμως αρκετές αντιδράσεις από πλευράς βιομηχανίας, η οποία δεν επιθυμεί την παροχή μεγαλύτερης προστασίας στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, δεδομένου ότι επιδιώκεται τα μέτρα προστασίας του CESL να μην περιοριστούν μόνο στο επίπεδο των καταναλωτών (business to consumer) αλλά να περιλαμβάνουν και τις συμβάσεις μεταξύ των επιχειρήσεων (business to business, ή εν συντομία «B2B»), όπως είναι και η πάγια θέση της Ελληνικής αντιπροσωπείας. Με τον τρόπο αυτό βέβαια, θα επωφεληθούν των ευεργετικών ρυθμίσεων του CESL όχι μόνο οι καταναλωτές, αλλά και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες έναντι των μεγάλων βιομηχανιών έχουν κατ’ ουσίαν θέση καταναλωτή.
Ο Πρόεδρος της Επιτροπής ενημέρωσε ότι φαίνεται να επικρατεί η πρόταση να εφαρμοστούν αρχικά οι ρυθμίσεις του CESL στο ηλεκτρονικό εμπόριο (e-commerce). Είναι χαρακτηριστικό ότι οι γνωστές ιστοσελίδες Amazon και eBay, οι οποίες διατηρούν τα δύο μεγαλύτερα ηλεκτρονικά καταστήματα που δραστηριοποιούνται σήμερα στον ευρωπαϊκό χώρο, υποστηρίζουν ένθερμα το σχέδιο του νομοθετήματος και δηλώνουν ότι οι εταιρίες τους είναι πολύ ευχαριστημένες από τις ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται σε αυτό, χαρακτηρίζοντας το νομικό πλαίσιο του CESL ως επαρκές και ικανοποιητικό.
ΙIΙ.- Σχέδιο των Βασικών Αρχών της Συνδιάσκεψης της Χάγης για την επιλογή Δικαίου στις Διεθνείς Εμπορικές Συμβάσεις
Η επιτροπή για το Ευρωπαϊκό Ιδιωτικό Δίκαιο ασχολήθηκε με το σχέδιο των βασικών αρχών της Συνδιάσκεψης της Χάγης για την επιλογή Δικαίου στις Διεθνείς Εμπορικές Συμβάσεις, το οποίο συνέταξε η Ειδική Επιτροπή για την επιλογή Δικαίου στις Διεθνείς Εμπορικές Συμβάσεις κατά την πρόσφατη συνεδρίασή της στις 12-16 Νοεμβρίου 2012.
Οι βασικές αυτές αρχές που πρότεινε η Ειδική Επιτροπή της Συνδιάσκεψης της Χάγης μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως πρότυπο για αντίστοιχες ρυθμίσεις σε περιφερειακές, εθνικές και διεθνείς υποθέσεις, και να συμβάλλουν στην ερμηνεία και εφαρμογή των κανόνων του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου.
Οι αρχές αυτές είναι εφαρμοστέες στην επιλογή Δικαίου στις Διεθνείς Εμπορικές Συμβάσεις στις οποίες άπαντα τα συμβαλλόμενα μέρη ενεργούν προς άσκηση της εμπορικής ή επαγγελματικής τους δραστηριότητας, και δεν καλύπτουν συμβάσεις εργασίας, πώλησης αγαθών σε καταναλωτές κ.λπ. Οι βασικές αρχές αφορούν θέματα όπως:
- την ελευθερία των συμβάσεων,
- την ελευθερία επιλογής του εφαρμοστέου δικαίου,
- τη μη αναγκαιότητα τήρησης έγγραφου τύπου,
- τη σαφήνεια της συμφωνίας για την επιλογή συγκεκριμένου δικαίου,
- τον αποκλεισμό της αναπαραπομπής,
- τη διαχωρισιμότητα (severability), δηλ. την αρχή ότι η επιλογή του εφαρμοστέου δικαίου δεν μπορεί να αμφισβητηθεί εκ μόνου του λόγου ότι η σύμβαση στην οποία εφαρμόζεται δεν είναι έγκυρη,
- το πεδίο εφαρμογής, με τον κανόνα ότι το δίκαιο που επέλεξαν τα συμβαλλόμενα μέρη πρέπει να διέπει τους τους πτυχές τους μεταξύ τους σύμβασης,
- τους κανόνες δημοσίας τάξης,
- την επιλογή δικαίου σε περίπτωση ύπαρξης περισσοτέρων της μίας εδρών και εγκαταστάσεων, κ.λπ.
Η CCBE, η οποία έχει την ιδιότητα του παρατηρητή στις εργασίες της Ειδικής Επιτροπής της Συνδιάσκεψης της Χάγης για την επιλογή Δικαίου στις Διεθνείς Εμπορικές Συμβάσεις, με σχετική επιστολή που απέστειλε στις 27/3/2013 χαιρέτισε το σχέδιο των βασικών αυτών αρχών, θεωρώντας ότι -παρά το γεγονός ότι δεν είναι δεσμευτικές- μπορούν να συμβάλουν αποφασιστικά στις διαδικασίες επίλυσης των σχετικών διαφορών, και υπέβαλε τις επιμέρους παρατηρήσεις της για κάποια σημεία του σχεδίου.
ΙV.- Έγγραφο της Συνδιάσκεψης της Χάγης για θέματα δικαιοδοσίας
Η επιτροπή για το Ευρωπαϊκό Ιδιωτικό Δίκαιο συζήτησε το από Ιανουαρίου 2013 έγγραφο της Συνδιάσκεψης της Χάγης για το Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο (Hague Conference on Private International Law), το οποίο αφορά σε θέματα δικαιοδοσίας, περιλαμβανομένων των περιπτώσεων που για την ίδια υπόθεση είναι σε εξέλιξη δικαστικές διαδικασίες σε περισσότερες από μία χώρες. Η μέχρι σήμερα εργασία προς τον σκοπό αυτό είχε ως αντικείμενο τον καθορισμό των θεμάτων τα οποία αναμφίβολα εμπίπτουν στη διεθνή δικαιοδοσία, εκείνων που κατά κοινή ομολογία δεν εμπίπτουν στη διεθνή δικαιοδοσία, και εκείνων για τα οποία υπάρχει αμφιβολία για την υπαγωγή τους. Αποφασίστηκε δε να ασχοληθεί η Συνδιάσκεψη της Χάγης κατ’ αρχήν με τα θέματα για τα οποία υπάρχει συναίνεση ότι όντως εμπίπτουν στη διεθνή δικαιοδοσία, προκειμένου τα Συμβαλλόμενα Κράτη να δεσμευτούν για το ζήτημα αυτό, οι διάδικοι να μπορούν να ασκούν τα σχετικά δικαιώματά τους, και οι αποφάσεις που θα εκδίδονται να μπορούν να αναγνωρίζονται και να εκτελούνται χωρίς περίπλοκες διαδικασίες και καθυστερήσεις.
Έγινε ακόμα αναφορά στα θέματα για τα οποία θεωρείται ότι υπάρχει υψηλή πιθανότητα να επιτευχθεί συναίνεση για τη διεθνή δικαιοδοσία, με βάση συγκεκριμένα κριτήρια αρμοδιότητας, όπως π.χ. η κατοικία του εναγομένου / καθού, ο τόπος του αδικήματος σε υποθέσεις σωματικής βλάβης, και η προηγούμενη συμφωνία των μερών για την υπαγωγή τους σε συγκεκριμένη δικαιοδοσία.
Συζητήθηκε ακόμα ο τρόπος με τον οποίο θα μπορέσουν να ρυθμιστούν οι περιπτώσεις που για την ίδια υπόθεση είναι σε εξέλιξη δικαστικές διαδικασίες σε περισσότερες από μία χώρες. Μέχρι στιγμής, στις περισσότερες χώρες ισχύει το σύστημα της «χρονικής προτεραιότητας», κατά το οποίο μεταξύ των Δικαστηρίων περισσοτέρων χωρών αρμόδια θεωρούνται συνήθως τα Δικαστήρια που πρώτα επελήφθησαν της υπόθεσης.
Τα τελικά πορίσματα της επιτροπής Εμπειρογνωμόνων και ειδικών της Συνδιάσκεψης της Χάγης για τα θέματα αυτά θα υποβληθούν προς το Συμβούλιο της Συνδιάσκεψης για περαιτέρω επεξεργασία.
Η επόμενη συνεδρίαση της Επιτροπής θα γίνει στην Αθήνα στα πλαίσια της Συνεδρίασης της Ολομέλειας (Plenary Session) της CCBE που θα πραγματοποιηθεί στις 17-18 Μαΐου 2013.
5. Συνεδρίαση Επιτροπής “Anti-Money Laundering”
Στην Επιτροπή συμμετείχε από την Ελληνική Αντιπροσωπεία ο Νικόλαος Κουτκιάς
1. Αμέσως μετά την έναρξη των εργασιών της Επιτροπής εγκρίθηκαν ομόφωνα τα Πρακτικά της προηγούμενης Συνεδρίασης της Επιτροπής που έλαβε χώρα στην Βιέννη την 6η Φεβρουαρίου 2013.
2. Κατά την συνεδρίαση της Επιτροπής τα συμμετέχοντα Μέλη αυτής ασχολήθηκαν κατά προτεραιότητα με την Πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για νέα Οδηγία για την αντιμετώπιση του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος και την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας (εφεξής: η «Πρόταση Οδηγίας»). Η πρόταση αυτή δημοσιεύθηκε την 4/2/2013 και η Επιτροπή ασχολήθηκε με την προτεινόμενη απάντηση της CCBE και τα προβαλλόμενα επιχειρήματα για την διόρθωση-τροποποίηση της δημοσιευθείσας Πρότασης της Επιτροπής.
Α) Γενικές Παρατηρήσεις
1. Διατυπώνεται κατηγορηματικά και χωρίς αγκύλες ή παρενθέσεις ότι ουδεμία κάλυψη ή ομπρέλα προστασίας παρέχει η Ευρωπαϊκή Δικηγορική Κοινότητα σε οποιονδήποτε δικηγόρο, που διαπράττει ή συμμετέχει σε εγκληματικές πράξεις είτε ξεπλύματος βρώμικου χρήματος είτε σε παράνομες πράξεις που έχουν ως επακόλουθο της ανάγκη νομιμοποίησης του βρώμικου χρήματος.
2. Η CCBE επιδιώκει να καταστήσει σαφές στην Επιτροπή ότι το δικηγορικό επάγγελμα είναι ρυθμισμένο σε κάθε Κράτος με νομοθετήματα όπως είναι ο Κώδικας περι Δικηγόρων, όπου έχει θεσπιστεί αφενός η υποχρέωση του κάθε δικηγόρου να σέβεται το Νόμο αφετέρου το δικαίωμα του κάθε εντολέα να απολαμβάνει το προνόμιο της δικηγορικής «συμβουλής» χωρίς φόβους και ανασφάλειες.
3. Η CCBE πιστεύει ότι μερικές από τις ρυθμίσεις της προτεινόμενης Οδηγίας έρχονται σε σύγκρουση με βασικές αρχές του δικηγορικού επαγγέλματος, όπως είναι το απόρρητο και η εμπιστευτικότητα, και τούτο οδηγεί στην συρρίκνωση των δικαιωμάτων των πολιτών.
Β) Ειδικές Παρατηρήσεις
· Στα άρθρα 7 και 8 στην Αιτιολογική Εισήγηση εισάγεται μια πρωτοφανής διάκριση μεταξύ της συμβουλής δικηγόρου με φορολογικό περιεχόμενο και της νομικής συμβουλής, που δίδεται στο πλαίσιο μιας διαδικασίας ενώπιον Δικαστηρίου ή άλλης φορολογικής αρχής. Στην περίπτωση της φορολογικής συμβουλής θεμελιώνεται ποινική ευθύνη του δικηγόρου βάσει της εισαγόμενης ρύθμισης. Η CCBE διατυπώνει κατηγορηματικά την άποψη ότι τέτοια διάκριση ούτε μπορεί να γίνει ούτε ευσταθεί στην πράξη.
· Στο άρθρο 39 εισάγεται νέα υποχρέωση προς τα Κράτη Μέλη να υποχρεώσουν σειρά επαγγελματιών, μεταξύ αυτών και δικηγόρους, στην διατήρηση και διαφύλαξη των αρχείων τους, ώστε να είναι εφικτός ο έλεγχος για μεγάλο χρονικό διάστημα από οποιαδήποτε οικονομική διωκτική αρχή. Ειδικώς στην περίπτωση των εταιρικών σχέσεων και συναλλαγών, και δη στην σχέση δικηγόρου –εντολέα, ο πρώτος είναι υποχρεωμένος να διατηρεί το αρχείο των εγγράφων μέχρι και δέκα χρόνια μετά την λήξη της επαγγελματικής σχέσης λόγω των αυξημένων αναγκών από το οικονομικό έγκλημα και την οικονομική τρομοκρατία.
· Επεκτείνει την υποχρέωση τήρησης αρχείων των εταιρειών σχετικά με την ταυτότητα εκείνων που πραγματικά βρίσκονται πίσω από κάθε εταιρεία με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητας των «πραγματικών δικαιούχων» (“beneficial owners”).
· Επιφέρει αλλαγές στις διαδικασίες ελέγχου – ιδίως ως προς τις απλοποιημένες διαδικασίες που καταλήγουν εν τοις πράγμασιν σε μή έλεγχο – του πελάτη με σκοπό την μεγαλύτερη δυνατή γνώση της ταυτότητας του πελάτη και της φύσης της δραστηριότητάς του.
· Επεκτείνει την έννοια των «πολιτικά εκτιθέμενων προσώπων» σε πολιτικά πρόσωπα που διαμένουν σε κράτη – μέλη της Ε.Ε. καθώς και σε πολιτικά εκτιθέμενα πρόσωπα που εργάζονται σε διεθνείς οργανώσεις. Σε αυτά περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων, αρχηγοί κρατών, μέλη κυβερνήσεων και κοινοβουλίων, δικαστές ανωτάτων δικαστηρίων κλπ.
· Επεκτείνει την εφαρμογή των διατάξεων στο σύνολο του τομέα των τυχερών παιχνιδιών (η προηγούμενη οδηγία κάλυπτε αποκλειστικά τα καζίνο με κτιριακή εγκατάσταση),
· Εντάσσει στο πεδίο εφαρμογής όλα τα πρόσωπα που ασκούν συναλλαγές σε αγαθά ή παρέχουν υπηρεσίες που αποτελούν αντικείμενο πληρωμής σε μετρητά ποσού ίσου ή μεγαλύτερο των 7.500 ευρώ, δεδομένου ότι υπήρξαν ενδείξεις ότι το ισχύον σήμερα όριο των 15.000 ευρώ δεν ήταν επαρκές. Η οδηγία, ωστόσο, προβλέπει την ελάχιστη εναρμόνιση και τα κράτη-μέλη μπορούν να αποφασίσουν να χαμηλώσουν αυτό το όριο.
· Ενισχύει τη συνεργασία μεταξύ των διάφορων εθνικών μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών, έργο των οποίων είναι να λαμβάνουν, να αναλύουν και να διαβιβάζουν στις αρμόδιες αρχές εκθέσεις σχετικά με υπόνοιες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.
3. ΔΕΚ / Michaud κατά Γαλλίας
Η Επιτροπή ασχολήθηκε και με την πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) στην υπόθεση Michaud κατά Γαλλίας (12323/11) προσφέρει ενδιαφέροντα στοιχεία της αποτίμησης και της αντίθεσης σχέσεις δικηγόρου / πελάτη, την εμπιστευτικότητα και το επαγγελματικό απόρρητο, στην τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Με λίγα λόγια, τα βασικά γεγονότα έχουν ως εξής: Τον Ιανουάριο Γάλλος δικηγόρος, Patrick Μισό, προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καταγγέλλοντας την πιθανή έλλειψη συμμόρφωσης με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα ανθρώπινα δικαιώματα σε σχέση με ορισμένα γαλλικά πρότυπα των εκθέσεων του υποψίες για πιθανή εγκληματική δραστηριότητα των πελατών και το δικαίωμα σε συνήγορο. Επισήμως, είναι η πρώτη υπόθεση ενώπιον του ΕΔΑΔ σχετικά με τη συμβατότητα μεταξύ των υποχρεώσεων αναφοράς των δικηγόρων σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το ξέπλυμα χρήματος και την πιθανή παραβίαση του άρθρου 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).
Ουσιαστικώς ασχολείται με την υποχρέωση των Δικηγόρων της Γαλλίας, σε εφαρμογή των οδηγιών της ΕΕ, σχετικά με την υποχρέωση αναφοράς ενδεχόμενων υποψιών τους για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες των κεφαλαίων των πελατών της. Στην περίπτωση αυτή, ο δικηγόρος Μισό είπε ότι η προαναφερόμενη υποχρέωση παραβίασε το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ που προστατεύει, μεταξύ άλλων, το απόρρητο των σχέσεων μεταξύ των δικηγόρων και των πελατών τους.
Στην ένδικη περίπτωση η υποχρέωση αυτή έχει ήδη αποτελέσει αντικείμενο μεταφοράς στη Γαλλία, αναγκάζοντας τους δικηγόρους να αναφέρουν τυχόν υπόνοιες για τους πελάτες στη συγκεκριμένη κατεύθυνση, ιδιαίτερα όταν οι δικηγόροι βοηθήσουν ή να συμβουλεύουν τους πελάτες τους σχετικά με ορισμένες εμπορικές συναλλαγές. Αυτή η υποχρέωση αναφοράς δεν λειτουργεί, όταν η σχέση είναι αντικείμενο δικαστικής διαδικασίας. Στην υπό εξέταση περίπτωση, οι γάλλοι δικηγόροι πρέπει να υποβάλουν την έκθεσή τους, εφόσον είναι αναγκαίο, στον αρμόδιο Δικηγορικό Σύλλογο. Επιπλέον, στις 12 Ιουλίου 2007, το Εθνικό Συμβούλιο του γαλλικού δικαίου θέσπισε ρύθμιση επαναλαμβάνοντας την υποχρέωση αυτή και επιβάλλοντας το ενδεχόμενο πειθαρχικών κυρώσεων στους δικηγόρους, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης. Στις 10 Οκτωβρίου 2007, Michaud δικηγόρος άσκησε προσφυγή ενώπιον του "Conseil d'Etat", έθεσε το ασυμβίβαστο αυτής της υποχρέωσης με την ελεύθερη άσκηση του επαγγέλματος και υπογράμμισε την έλλειψη ορισμού της έννοιας του «υπόπτου» σε σχέση με την κατάταξη των κυρώσεων και το ίδιο σε σχέση με τα δικαιώματα του απορρήτου του δικηγόρου / σχέσεις με τους πελάτες και το επαγγελματικό απόρρητο. Τα άρθρα της ΕΣΔΑ που αναφέρθηκαν ήταν το 7ο και το 8ο, και κάλεσε τους Γάλλους δικηγόρους στην προσέγγιση μιας προδικαστικής αποφάσεως ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το σκοπό αυτό. Το Γαλλικό Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή και την προσέγγιση στο ζήτημα, οπότε το θέμα, υποβλήθηκε στο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Σε σχέση με το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, το ΕΔΑΔ έκρινε ότι η εγγύηση του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή εν γένει, σε αντιστοιχία και των επικοινωνιών είναι το αντικείμενο της υποχρέωσης αυτής και, ιδίως, στον τομέα των επαγγελματικών σχέσεων μεταξύ δικηγόρου και πελάτη. Ως εκ τούτου, μια άμεση αναφορά του δικηγόρου σε μια διοικητική αρχή πληροφοριών σχετικά με την επαγγελματική σχέση θα ήταν ασυμβίβαστη με το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ. Το Δικαστήριο αιτιολόγησε την απόφασή της για τον καθοριστικό ρόλο των δικηγόρων στις δημοκρατικές κοινωνίες, ιδίως στο πλαίσιο του δικαιώματος άμυνας. Ως εκ τούτου, η εμπιστευτικότητα της σχέσης τους με τους πελάτες είναι ζωτικής σημασίας στο πλαίσιο αυτό. Είναι μια πρόσθετη προστασία που απορρέει από το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, η οποία, όμως, πρέπει να είναι εναρμονισμένη και συντονισμένη με την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος και, στην περίπτωση αυτή, η ξέπλυμα χρήματος.
Ωστόσο το ΕΔΑΔ θεωρεί ότι το δικαίωμα των δικηγόρων στην εμπιστευτικότητα-εχεμύθεια έχει κάποια όρια. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το Δικαστήριο εκτιμά απαραίτητο να γίνει μια ανάλυση της αναλογικότητας μεταξύ της σημασίας του εν λόγω δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή και του δημοσίου συμφέροντος που συνδέονται με την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος και του ξεπλύματος χρημάτων. Με αυτή την έννοια, υπάρχουν δύο βασικά στοιχεία για την εκτίμηση της προαναφερθείσας αναλογικότητας κατά τη θέσπιση της απόφασης:
Το γεγονός ότι οι δικηγόροι μπορούν να υποχρεωθούν να αναφέρουν τις υποψίες του, μόνο όταν λαμβάνουν μέρος ή εκπροσωπούν τους πελάτες τους σε οικονομικές ή μεταβιβάσεις ακινήτων. Η υποχρέωση αυτή, ωστόσο, λειτουργεί μόνο όταν ο δικηγόρος δεν είχε την άσκηση των καθηκόντων του δικαιώματος υπεράσπισης του πελάτη του. Επιπλέον, το ΕΔΑΔ εκτιμά το γεγονός ότι η γαλλική νομοθεσία εισήγαγε ένα σημαντικό φίλτρο για την προστασία της εμπιστευτικότητας και επαγγελματικού απορρήτου. Οι Γάλλοι δικηγόροι έχουν υποχρέωση κατάδοσης ύποπτων ενεργειών των πελατών τους στον αρμόδιο Δικηγορικό Σύλλογο. Σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν υπάρχει παραβίαση εκ μέρους των δικηγόρων των επαγγελματικών υποχρεώσεων τους, καθόσον σε κάθε περίπτωση που απαιτείται η κοινοποίηση των πληροφοριών αυτές θα ελέγχονται από το αρμόδιο θεσμικό όργανο, που είναι ο Δικηγορικός Σύλλογος.
Η απόφαση του ΕΔΑΔ διαπιστώνει, τέλος, ότι η υποχρέωση ενημέρωσης, με αυτούς τους όρους, εκ μέρους των δικηγόρων δεν αποτελεί δυσανάλογη παρέμβαση στις επαγγελματικές υποχρεώσεις των δικηγόρων και ότι δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ από τη Γαλλία. Η απόφαση αυτή δεν είναι οριστική και λόγω του γενικού ενδιαφέροντος της παραπέμπεται σε συζήτηση και κρίση στην Oλομέλεια του ΕΔΑΔ.
Τέλος, ο Πρόεδρος του CCBE κ.Ευάγγελος Τσουρούλης ενημέρωσε τα μέλη σχετικά με ένα σχέδιο επιστολής που θα πρέπει να προωθηθεί από όλες τις Αντιπροσωπείες προς το αρμόδιο Υπουργείο Δικαιοσύνης κάθε χώρας αναφορικά με τον τρόπο διορισμού και τις προϋποθέσεις παράτασης ή μη της θητείας των διοριζομένων από κάθε χώρα δικαστών στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, δεδομένου αφ’ενός της μεγάλης καθυστέρησης στην έκδοση αποφάσεων και την συνεπεία αυτής δημιουργούμενη ανασφάλεια στις συναλλαγές και αφετέρου την λήξη της θητείας τουλάχιστον 13 μελών τον Σεπτέμβριο του 2013 και την ανάγκη αντικατάστασής τους. Στην επιστολή αυτή ο Πρόεδρος κάνει έκκληση στα κράτη μέλη να ανανεώνουν την θητεία των δικαστών με αξιολογικά κριτήρια και με γνώμονα την ταχύτητα και την ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών και σε καμμία περίπτωση να μην υποκύπτουν σε συμβιβασμούς με πολιτικά ή άλλα κριτήρια. Στην περίπτωση δε που αποφασίσουν την αντικατάσταση του δικαστή, η επιλογή του νέου επίσης να γίνεται με διαφανείς διαδικασίες από ειδική επιτροπή με αποκλειστικά κριτήρια την εμπειρία και την ικανότητα. Η πρόταση έγινε αποδεκτή απ’ όλα τα μέλη. Η Ελληνική Αντιπροσωπεία δια της επικεφαλής της Ιωάννας Καλαντζάκου, απέστειλε ήδη την επιστολή στο Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Αθήνα 29 Μαρτίου 2013
Για την Ελληνική Αντιπροσωπεία
ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΛΑΝΤΖΑΚΟΥ-ΤΣΑΤΣΑΡΩΝΗ
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΟΥΤΚΙΑΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΑΡΑΚΤΙΝΙΩΤΗΣ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΛΗΣ